Η λίστα αυτή περιέχει τα σημαντικότερα από τα βιβλία που κατάφερα και ολοκλήρωσα μέσα στο 2016 και τις εντυπώσεις που μου ώρες, μέρες, μήνες μετά.
Η σειρά δεν είναι αξιολογική αλλά ημερολογιακή μιας και δεν είναι εύκολη η σύγκριση μεγεθών όταν μιλάμε για βιβλία πόσο μάλλον όταν μιλάμε για κλασσικά έργα.
Ξεκινάμε.
12. Ελληνική Μυθολογία, Νίκος Τσιφόρος
Η Ελληνική Μυθολογία είναι το δεύτερο βιβλίο που, μαθητής ακόμα, θυμάμαι να διαβάζω με αμείωτο ενδιαφέρον και να το ολοκληρώνω με ενθουσιασμό μέσα σε μία μέρα (το πρώτο είναι «Το Όνομα του Ρόδου») παρά το τεράστιο του όγκου του.
Μετά και τη δεύτερη, ενήλικη πλέον ανάγνωση, συνειδητοποιώ πως παραμένει μέχρι και σήμερα ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της ελληνικής λογοτεχνίας, και μου κάνει τρομερή εντύπωση το γεγονός πώς οι Θεούσες του Έθνους δεν ασχολήθηκαν ποτέ με το προβοκατόρικο στυλ γραφής του Τσιφόρου, που κατά την προσωπική μου πάντα γνώμη είναι και πολλαπλάσια πιο «βλάσφημο» από αυτό του Καζαντζάκη.
Γιατί, η Ελληνική Μυθολογία δεν είναι απλά το ομορφότερο παραμύθι της Γης. Είναι μία καινοτόμα, επιστημονικά εμπεριστατωμένη και αιρετικά υπεραστεία ερμηνεία της γέννησης του κόσμου, της μορφοποίησής του και της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους πέραν θρησκειών και εθνοτήτων. Είναι ένα από τα βιβλία που θα έχω για πάντα στην καρδιά μου και στα πέντε καλύτερα που θα προτείνω δίχως δισταγμό σε ανθρώπους που αγαπάω έτσι ώστε διαβάζοντάς το να πάρουν όλη αυτή την σαγηνευτική κοσμική αστερόσκονη που περιβάλει τις σελίδες του.
Σελίδες που κράτησα
11. Μελμόθ ο Περιπλανώμενος, Charles Maturin
Από τα σημαντικότερα και πλέον αξιομνημόνευτα βιβλία που έπεσαν στα χέρια μου μέσα στη χρονιά.
Ένας νεαρός επισκέπτεται τον ετοιμοθάνατο θείο του ο οποίος στη διαθήκη του τον διατάζει να καταστρέψει ένα πορτραίτο του 1646 ενός Τζ. Μελμόθ και να κάψει ένα χειρόγραφο που βρίσκεται καλά κρυμμένο σε ένα μυστικό δωμάτιο του σπιτιού τυλιγμένο με μία μαύρη κορδέλα (εάν και εφόσον όμως βρει τη δύναμη αυτή να το καταστρέψει). Ο ανιψιός βρίσκει το χειρόγραφο και ξεκινάει να το διαβάζει.
Η αλήθεια είναι πως σπάνια συναντάει κανείς ένα τόσο τρομακτικό σε όγκο βιβλίο που μπορεί να απορροφήσει τον αναγνώστη με τέτοια ένταση. Η χρονική περίοδος που γράφτηκε και δημοσιεύτηκε (κάπου στο 1820) αλλά και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζει αλλά και συνδέει τις πάμπολλες διαφορετικές ιστορίες σε σημεία σου κόβουν την ανάσα. Ασυναγώνιστος ο χαρακτήρας του Μελμόθ, αλλά και της Ιμαλή, σίγουρα θα αργήσουν να σβήσουν από το μυαλό μου καθώς μιλάμε για ένα κείμενο που μοιάζει με ρώσικη μπάμπουσκα που όσες και αν ανοίξεις, πάντα περιμένεις και μία καινούρια να παρουσιαστεί μπροστά σού.
Το προτείνω ανεπιφύλακτα, μη σας τρομάξει ο όγκος του, δώστε του 50 σελίδες και θα με θυμηθείτε.
Σελίδες που κράτησα
To πλέον πολυδιαφημισμένο βιβλίο της χρονιάς. Και όχι άδικα.
Η μέθοδος γραφής του Confiteor (ελληνιστί Ομολογώ) είναι από μόνος του ένας λόγος για να το ξεκινήσει κάποιος. Δεκάδες ιστορίες αναμειγνύονται με τρόπο αφηγηματικά πρωτόγνωρο, ποτέ δεν ξέρεις πως θα ξεκινήσει ένα κεφάλαιο και που θα τελειώσει, ποτέ δεν καταλαβαίνεις αν διαβάζεις μια ιστορία αγάπης ή το ταξίδι ενός ματωμένου βιολιού στην πολυτάραχη και πολύπαθη Ευρώπη από το 1800 μέχρι σήμερα.
Ογκώδες, με δυο indexes για αναδρομές, όχι το πιο εύκολο των αναγνωσμάτων σίγουρα όμως τα πλέον αξέχαστα.
Όταν τελείωσα το βιβλίο το βαθμολόγησα στο Goodreafs με 4*. Δύο και πλέον μήνες μετά το τέλος της ανάγνωσης, επέστρεψα για να του προσθέσω το επιπλέον αστέρι.
Σελίδες που κράτησα
Το βιβλίο αυτό, έπεσε στα χέρια μου κατά τύχη σε ένα κεντρικό αλλά σχεδόν αόρατο βιβλιοπωλείο του Ηρακλείου μετά από τεράστια αναζήτηση 2 χρόνων (είναι εξαντλημένο από τις εκδόσεις Άγρα). Για μήνες πολλούς το έψαχνα στο internet και σε διάφορα παλαιοβιβλιοπωλεία, η απάντηση ήταν πάντα ίδια. Εκείνο το απόγευμα, μπήκα τυχαία στο βιβλιοπωλείο στην αρχή της Έβανς από απλή περιέργεια, ποτέ δεν είχα μπει στο συγκεκριμένο μέρος, η μικρή του βιτρίνα εκοσμείτο πάντα από κάποιο βιβλίο της Χρυσηίδας, οπότε η έκπληξη μου όταν το μάτι μου έπεσε στην τεράστια ράχη του 2666 το οποίο ξεκουραζόταν νωχελικά στο ράφι σαν να με περίμενε υπήρξε τεράστια. Χωρίς να δείξω ενθουσιασμό, σαν παιδάκι που κλέβει γλειφιτζούρι, το πήρα ψύχραιμα στα χέρια μου.
Και τότε ο γιος του βιβλιοπώλη μου είπε.
-»Το ξέρεις; Αυτό το βιβλίο είναι εξαντλημένο. Το έχω πάνω από 3 χρόνια στο ράφι και δεν το είχε αγγίξει κανείς. Αλλά αυτό δε με ενόχλησε ποτέ. Τώρα που κλείνουμε ήξερα πως ακόμα αν μου έμενε ευχαρίστως θα το κρατούσα».
Του ζήτησα να το κρατήσει, το παιδί αρνήθηκε ευγενικά και προσφέρθηκε να μου κάνει καλύτερη τιμή, μου ζήτησε 30€ του άφησα 40€ και έφυγα παίρνοντας δώρο έναν σελιδοδείκτη και τις φωνές του κραδαίνοντας το 10ευρω στην Έβανς.
Το βιβλίο είναι δύσκολο. Πολύπλοκο, μεγαλόπνοο, σκοτεινό, πλήρως ασύνδετο σε μέρη αλλά στο τέλος σου δίνει αυτή την υπέροχη αίσθηση της αντίληψης του μεγαλείου της σύλληψής του. Γιατί αναμφισβήτητα είναι ένας συγγραφικός άθλος, ένα βιβλίο όπως ελάχιστα ίσως ακόμα στα εκατομμύρια που κυκλοφορούν.
Ακόμα και τώρα που το σκέφτομαι, θεωρώ πως άνετα θα μπορούσα να του αφήσω και πολλά περισσότερα από 40€.
Ανάμεικτα συναισθήματα.
Το πρώτο μισό του βιβλίου είναι ένα συγγραφικό κομψοτέχνημα, η γραφή, οι ανατροπές, ο γάτος, ο διάβολος, ο θάνατος που παραμονεύει παντού, το κείμενο για 250 σελίδες ρολάρει δίχως φρένα. Με το που μας συστήνεται όμως η Μαργαρίτα στο δεύτερό του μέρος, κάτι πολύ παράξενο συμβαίνει, και το βιβλίο δεν είναι πως κάνει ακριβώς κοιλιά, το αντίθετο ακριβώς θα έλεγα αφού με μία πολύ παράξενη έκρηξη δείχνει πως ξεφεύγει, εντελώς όμως, από κάθε αφηγηματικό όριο και κάθε συγγραφική νόρμα. Τα ονόματα ξεκινάνε και γίνονται ανυπόφορα πολλά, ο γάτος κυκλοφορεί με ένα περίστροφο και παίζει μανιωδώς πλέον σκάκι, μία έκσταση καταλαμβάνει τον Μπουλγκάνοφ και η γραφή του γίνεται εντελώς αλλοπρόσαλλη.
Ίσως βέβαια αυτός να ήταν και ο σκοπός του, ίσως για αυτό να τον λατρεύουν σε όλο τον κόσμο. Δεν ξέρω, σίγουρα όμως παρόμοιο βιβλίο δεν έχω και δεν ξέρω και αν θα ξαναγραφτεί παρόμοια κάποιο τέτοιο για να το ξανασυναντήσω.
Σίγουρα κάποια στιγμή στο μέλλον θα το ξαναπιάσω για μία δεύτερη ανάγνωση.
7. Μόμπι Ντικ, η φάλαινα, Herman Melville
Το βιβλίο που διάβασα φέτος μέσα σε 4 μέρες πάνω σε μία βάρκα στην Αμοργό.
Για πολλά χρόνια ήμουν σίγουρος πως το είχα διαβάσει, όταν όμως έπεσε στα χέρια μου, από το πρώτο κεφάλαιο συνειδητοποίησα πως αυτό που είχα τελειώσει ήταν η παιδική του βερσιόν. Γιατί, από το πρώτο κεφάλαιο, το βιβλίο φωνάζει «Αν Με Είχες Διαβάσει, Πίστεψέ με Θα Με Θυμόσουν».
Οι χαρακτήρες του υπερπλήρεις, ο αφηγητής Ισμαήλ, ο φίλος του Κουίκουεγκ, ο Πειρατής Καπετάνιος Αχάμπ και ο Ανίκητος Μόμπι Ντικ, αποτελούν αναμφισβήτητα κυρίαρχες μορφές της παγκόσμιας Λογοτεχνίας. Το βιβλίο είναι μία λαμπρή ναυτική αφήγηση, ένα πειρατικό μυθιστόρημα με αναρίθμητες ναυτικές λεπτομέρειες, και μόνο διαβάζοντάς το καταλαβαίνεις πόσο πρωτοποριακό ήταν την εποχή που γράφτηκε, πόσο επηρέασε τις γενιές που ακολούθησαν αλλά και πόσο άγρια λεηλατήθηκε από όλους όσους ζήλεψαν τη λάμψη του και θέλησαν να διηγηθούν το οτιδήποτε διαδραματίζεται μέσα στα γαλάζια λιβάδια των ωκεανών.
Του χαρίζεις 30 μέρες, σου χαρίζει το ομορφότερο θαλασσινό παραμύθι της ζωής σου, μία ιστορία του πλέον ανεκπλήρωτου και λιγότερο διαφημισμένου έρωτα του σύμπαντος, αυτού του Καπετάνιου του Πέκοντ και τησ Λευκής Φάλαινας που τον οδήγησε τελικά στο θάνατο.
Συμπληρωματικά να τονίσουμε πως διαβάζοντάς το κερδίζεις δωρεάν κουπόνια για μαθήματα κητολογίας Level SeaMaster, μαθαίνεις ναυτικούς όρους όπως τί είναι το κολιμπίρι, το κασάρο, το καμπούνι κτλ όπως φυσικά και πόσο ακριβώς λίπος βγάζει κάθε φάλαινα.
Μα ΑΚΡΙΒΩΣ όμως.
6. Το Τέρας έρχεται, Patrick Ness
Ίσως η απρόσμενη έκπληξη της χρονιάς.
Μαγευτική η εικονογράφηση, πανέμορφη αλλά αβάσταχτα σκληρή η μυθολογία του.
Οι New York Times έγραψαν
«Είναι ένα δυνατό έργο τέχνης, που με κάνει να αναρωτιέμαι: πόσο συχνά βρίσκει κανείς στο κατώφλι του κλεισμένα μέσα στο ίδιο πακέτο τον πόνο μαζί με το βάλσαμο που τον καταπραΰνει;»
Δε θα μπορούσα να το γράψω καλύτερα νομίζω.
Προσοχή, μιλάμε για την ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ (εξαντλημένη;) version του βιβλίου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη, όχι αυτή που κυκλοφόρησε πρόσφατα ένεκα της κυκλοφορίας της ταινίας που βασίζεται στο βιβλίο (και που δεν έχω δει ακόμα).
Αξίζει να το ψάξετε λίγο παραπάνω, θα αποζημιωθείτε στο ακέραιο πρόκειται για άλλο βιβλίο με την ασπρόμαυρη εικονογράφηση.
Σελίδες που κράτησα
Το βιβλίο αυτό το είχα πολύ καιρό στη βιβλιοθήκη μου και δεν τολμούσα να το ακουμπήσω. Με τρόμαζε το μέγεθός του, οι αστρολογικοί του χάρτες, με τρόμαζε η πυκνή του γραφή, όμως αποφάσισα να τελειώνω με τα 1000άρια φέτος και το ξεκίνησα δίχως να κοιτάξω πίσω. Και παρά τις αμφιβολίες που είχα στην αρχή (βραβείο booker μπορεί να σημαίνει πολλά αλλά και μπορεί και τίποτα) το βιβλίο δικαίωσε 100% τη φήμη του.
Εντάξει, ίσως όχι 100% σίγουρα όμως με κράτησε σε βαθμό που με εξέπληξε.
Η πλοκή χωρίζεται ουσιαστικά σε 2 μέρη. Το πρώτο από αυτά διαδραματίζεται μέσα σε ένα βράδυ όπου «ένας τύπος μπαίνει σε ένα μπαρ και συναντάει έναν Μαορί, έναν εκδότη, δύο Κινέζους, έναν διευθυντή φυλακής, έναν βουλευτή κτλ» οι οποίοι μαζεύτηκαν μυστικά για να συζητήσουν για ένα τους κοινό πρόβλημα. Ένα έγκλημα που διεπράχθη και πολλά ακόμα που έπονται. Το δεύτερο μέρος προφανώς αφηγείται το τι συμβαίνει μετά από εκείνη τη βραδιά στο μπαρ, όπου η δράση δεν εξελίσσεται ακριβώς με τρομερούς ρυθμούς αλλά αυτό σε βοηθάει να μη χάνεις τους ήρωες και τις διαρκείς μετακινήσεις τους. Μου άρεσε το αφηγηματικό ύφος και η απλότητα τόσο στη γραφή όσο και στην εξέλιξη της πλοκής, από ένα σημείο και μετά όμως η Κάτον δείχνει να κουράζεται και δε μου εμβαθύνει όσο θα ήθελα (και όσο θεωρώ θα μπορούσε) στους χαρακτήρες αφήνοντας μου κενά στα γιατί, αλλά και κάποια arcs χαρακτήρων που θα μπορούσαν να απογειώσουν το αφήγημα, απλά ημιτελή ή ακόμα και εντελώς ατελή.
Σε κάθε περίπτωση όμως, το βιβλίο το διάβασα ευχάριστα δίχως να με κουράσει, ούτε όπως περίμενα να με αποκαρδιώσει οπότε το συστήνω ανεπιφύλακτα σε όλους. Με μία σημείωση όμως. Δεν είναι Confiteor το οποίο επίσης βαθμολόγησα με 4 αστεράκια (στην αρχή). Είναι ένα σκαλί (ίσως και παραπάνω) πιο κάτω. Πιθανότατα η κατάλληλη βαθμολογία του είναι το 3.5/5 και του βιβλίου του Καμπρέ στο 4.5/5. Σε κάθε περίπτωση αν έχετε διάθεση και χρόνο να ασχοληθείτε με ένα βιβλίο 1000 σελίδων… Αφήστε το για του χρόνου (ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ ΟΜΩΣ) και ασχοληθείτε ΑΜΕΣΑ με το Confiteor.
Σελίδες που κράτησα
4. Σταθμός Έντεκα, Mandel Emily St. John
Κάτι ανάμεσα σε Walking Dead και Stand by me, χωρίς ζόμπι αλλά με έναν θανατηφόρο ιό να χτυπάει τη γη αφήνοντας τους ελάχιστους διασωθέντες να προσπαθούν να μαζέψουν τα κομμάτια τους περιπλωνώμενοι σε έναν κόσμο που ξεκίνησε να μετράει ξανά τα χρόνια από το Ένα.
Ενδιαφέρουσα αν μη τι άλλο η πλοκή, καλοσχεδιασμένο το σύμπαν των ηρώων και μοναδική η αφηγηματική διαδρομή της Μαντελ, με τον χαρακτήρα του Άρθουρ (που θα μπορούσε εύκολα να είναι οποιοσδήποτε από εμάς) να προσπαθεί να εκπέμψει φως μέχρι το τέλος και φυσικά αυτόν της Κίρστεν που μεγαλώνοντας ανακαλύπτει τις διαφορετικές φύσεις του ζώου εκείνου που ακούει στο όνομα άνθρωπος και που καθημερινά αναγκάζεται και κρατάει στο ενα της χέρι ένα πολύχρωμο κόμικ τη στιγμή που στο άλλο κραδαίνει μία διαρκώς οπλισμένη βαλλίστρα.
Σελίδα που κράτησα
Κανονικά θα πρέπει να αφαιρέσω ένα αστεράκι από όλα τα βιβλία που έπεσαν στα χέρια μου μέχρι σήμερα.
Και εξηγούμαι.
Πριν πολλά πολλά χρόνια, όταν πρωτοδιάβασα το Όνομα του Ρόδου, υπήρχε στην αρχή του βιβλίου μία σκηνή όπου ο Έκο περιγράφει με τη σημείωση «η ζωγραφική είναι η λογοτεχνία των φτωχών» ένα βιτρό που κοσμεί τους τοίχους του μοναστηριού. Μέσα σε κοντά δέκα σελίδες ξεπετιούνται σύμπαντα ολόκληρα, ζωές και άνθρωποι και έρωτες και πίκρες και εικόνες πολύχρωμες, μία αλληλουχία διαδοχικών αλληλεπιδρούμενων κόσμων που αφορούσαν μία μοναχά ταπεινή τοιχογραφία.
Ομολογώ πως την Ιλιάδα δεν την είχα διαβάσει ΠΟΤΕ ολόκληρη. Τη διάβασα φέτος στα πλαίσια του project που θα αναλυθεί παρακάτω και ακούει στο όνομα Οδυσσέας. Πάντα πίστευα πως «ξέρω την υπόθεση άσε που έχω δει και την ταινία με τον Μπραντπίτ», πάντα πίστευα πως τελειώνει με τον Δούρειο Ίππο, δυστυχώς για μένα η ραψωδία Ω κλείνει με το «και έτσι ετάφη ο Έκτορας» (wtf κιόλας δηλαδή). Και αυτό γιατί όπως όλοι μας, έτσι και εγώ την είχα διδαχτεί στο σχολείο με τον λάθος τρόπο αλλά πάντα είχα στην καρδιά μου τη ραψωδία Σ, στην οποία ο ποιητής περιγράφει μέσα σε τέσσερις σελίδες την Ασπίδα του Αχιλλέα, που ο ίδιος ο Ήφαιστος έφτιαξε μετά το θάνατο του Πάτροκλου παραγγελία της Θέτιδας ώστε ο ήρωας να εκδικηθεί το θάνατο του αδερφικού φίλου του με τις τιμές που άρμοζαν σε θεό. Και δεν είχα κάνει ποτέ το συσχετισμό με τον θείο Ουμπέρτο και τον τρόπο που είχε διαλέξει να αποδώσει τιμές στο Απόλυτο Λογοτεχνικό Αριστούργημα όλων των εποχών, στο ομορφότερο παραμύθι του κόσμου.
Η πολυπλοκότητα του σύμπαντος των χαρακτήρων και η εξέλιξη αυτών, οι μάχες και πάνω από όλα ο σεβασμός με τον οποίον στέκονται διαρκώς όλοι τόσο απέναντι στους Θεούς όσο και απέναντι στους εχθρούς τους, είναι από μόνα τους αρκετά για να βάλουν το έργο που από όλους χαρακτηρίζεται ως «ο ορισμός του έπους» στη θέση του σημαντικότερου βιβλίου που έπεσε ποτέ στα χέρια μου. Και κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι το γεγονός πως η Ιλιάδα διδάσκεται στα σχολεία όλης της γης όπως επίσης και το γεγονός πως ο Καζαντζάκης αφιέρωσε σημαντικό μέρος της ζωή του στη μετάφραση του έργου (ο Κακριδής στην εισαγωγή της Οδύσσειας αναφέρει πως εκδόθηκε το 1955 μετά από δουλειά που κράτησε συνολικά 14 χρόνια!).
Γιατί η Ιλιάδα δεν είναι μόνο οι απίθανα ιστορούμενες στιγμές της μάχης, δεν είναι η πίκρα για τα δεινά του πολέμου, δεν είναι οι αναρίθμητοι υπερήρωες που διαρκώς γλιτώνουν το θάνατο με τις παρεμβάσεις των θεών, δεν είναι ο δειλός Αγαμέμνονας, δεν είναι ο πολυμήχανος Οδυσσέας, δεν είναι ο θηριώδης Αίαντας, δεν είναι ο Πάρης που δε δίνει με τίποτα πίσω την Ελένη του, δεν είναι ο χαροκαμένος Πρίαμος, είναι ο τρόπος με τον οποίο οι πάντες έχουν μάθει και αντιμετωπίζουν τη ροή της ζωής και την υστεροφημία τους. Οι μάχες ολοκληρώνονται με τιμές και δώρα προς τους αντιπάλους και σπονδές στους θεούς, οι εκεχειρίες δε σπάνε ποτέ, όσοι σκυλεύουν τους νεκρούς έχουν κακό τέλος, φίλοι και εχθροί τρώνε στο ίδιο τραπέζι, και ο θάνατος παραμονεύει διαρκώς θνητούς και αθανάτους χωρίς όμως κανείς ποτέ να τον φοβάται και να τρέχει σαν δειλός μακριά του.
Με μία λέξη. Έπος.
Σελίδες που κράτησα, ΠΡΟΦΑΝΩΣ αυτές που περιγράφουν ΛΙΤΑ την ασπίδα του Αχιλλέα
Δεύτερο μέρος του project Οδυσσέας.
Σε αντίθεση με την Ιλιάδα, σχεδόν η μισή Οδύσσεια δεν διαδραματίζεται σε πραγματικό χρόνο αλλά αποτελεί μία αφήγηση του ήρωα στο βασιλιά των Φαιάκων. Το βιβλίο ξεκινάει με τον Οδυσσέα αποκλεισμένο στην Ωγυγία, για 7 και κάτι χρόνια (από τα 10 που κράτησε το ταξίδι της επιστροφής του) και την Αθηνά να ζητάει από το Δία την επιστροφή του. Ο ήρωας είναι πια κουρασμένος και η μόνη του πραγματική δράση μέχρι το τέλος του βιβλίου είναι η παραδειγματική τιμωρία όσων καταπάτησαν το βασίλειό του.
Και αν η διήγηση του Τρωικού Πολέμου είναι η Απόλυτη εξιστόρηση των δεινών του πολέμου αλλά και του ηρωισμού των θνητών απέναντι στο θάνατο, η Οδύσσεια είναι η αποθέωση της Ελληνικής Μυθολογίας. Λαιστρυγόνες, Κύκλωπες, Σειρήνες, Σκύλα, Χάρυβδη, Βόδια του Ήλιου, Ασκοί του Αιόλου, η πιστή Πηνελόπη, ο Άργος που αντικρύζει το αφεντικό του μεταμορφωμένο σε ζητιάνο τον αναγνωρίζει και πεθαίνει, και οι αναρίθμητες παρεμβάσεις της Αθηνάς και του Ποσειδώνα που γδικιέται την τύφλωση του γιού του Πολύφημου από τον Κανένα, μεταμορφώνουν το βιβλίο σε μαγικό κουτί που το ανοίγεις και ξεπηδάνε από μέσα του, τα μαγευτικότερα παραμύθια που μας (με, αν προτιμάτε) μεγάλωσαν.
Με μία λέξη;
(Και αυτό) Έπος.
Σελίδες που κράτησα, αυτές της συνάντησης του Ήρωα με τη μάνα του στον Άδη.
Ω, ναι.
Μετά από τρεις αποτυχημένες προσπάθειες και κάτι παραπάνω από τρεις μήνες προσήλωσης και εξαντλητικής επιμονής, τα κατάφερα και το τελείωσα. Προσοχή: δεν το ξεπέταξα. Διάβασα κεφάλαια ξανά και ξανά, μόνο το τελευταίο μου πήρε κοντά μία εβδομάδα (5.000 λέξεις ασφυκτικά κλεισμένες σε 8 ΜΟΝΑΧΑ προτάσεις ΧΩΡΙΣ ΤΕΛΕΙΑ!) ενώ δεν θα πρέπει να παραλείψω πως δίχως τον οδηγό ανάγνωσης του Μαραγκόπουλου που χρησιμοποιούσα παράλληλα δε θα έφτανα ούτε καν στη μέση. Η μέθοδος που ακολούθησα πήρε την τελική της μορφή μετά την 3η ραψωδία. Διάβαζα κάθε κεφάλαιο χωριστά, χωρίς τις παραπομπές του. Μετά διάβαζα τις παραπομπές πάνω στο κείμενο (άλλες καίριες, άλλες όχι), ενώ με το που τελείωνα κάθε ραψωδία έπιανα τον οδηγό Ανάγνωσης και διάβαζα την ερμηνεία της χωρίς τις παραπομπές, και στο τέλος τις παραπομπές σκέτες, όχι πάνω στο κείμενο.
Ο Οδυσσέας είναι ένα τρομερά μα τρομερά όμως απλό στην πλοκή του βιβλίο. Διηγείται μία μέρα του Λεοπόλδου Μπλουμ, την 16η Ιουνίου (μία μέρα μετά τα γενέθλιά μου, οκ, δεν είμαι του 1904 το δέχομαι…) γνωστή σήμερα και ως Bloomsday. Ο κύριος Μπλουμ ξυπνάει και περιπλανιέται στους δρόμους του Δουβλίνου επισκεπτόμενος διάφορα μέρη μέσα στο 24ωρό του μέχρι να ξαναγυρίσει σπίτι του. Ότι δηλαδή κάναμε, κάνουμε και θα κάνουμε όλοι μας κάθε μέρα μέχρι το τέλος. ΑΥΤΟ.
Ο Τζους όμως δε μένει απλά σε ΑΥΤΟ. Γιατί ο Τζόυς είναι μία ΙΔΙΟΦΥΙΑ.
Ο Οδυσσέας είναι ένα τρομερά δύσκολο στην σύλληψή και στην εκτέλεσή του βιβλίο. Ο Συγγραφέας λατρεύει τον Όμηρο, έχει μελετήσει σε βάθος το έργο του και έχει ταυτίσει αυτή την ΜΙΑ μέρα του Κου Μπλουμ, με τα ΔΕΚΑ χρόνια που έκανε ο Οδυσσέας να επιστρέψει στην Ιθάκη του, στο γιο του, στον πατέρα του, στην Πηνελόπη του. Τα εφτά (για άλλους οχτώ, για άλλους δέκα) χρόνια που πέρασε ο Ομηρικός Υπερήρωας στην αγκαλιά της Καλυψώς τιμωρημένος από τον Ποσειδώνα επειδή τύφλωσε τον γιο του Πολύφημο, κλείνονται στο πρωτότυπο κείμενο του Ομηρικού Έπους μέσα σε ορισμένες μονάχα αράδες. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει στο Τζουσικό κείμενο. Μία ΜΟΝΟ ημέρα, ένα 24ωρο που μοιάζει ατέρμονο, μαρτυρικό, κυριολεκτικά ατελείωτο χρειάζεται 1.000 σελίδες για να χωρέσει μέσα τους. Τόσο πολύ μετράει αυτή η μέρα, η κάθε μέρα για τον Τζόυς. Τόσο χρόνο όσο παίρνει στους περισσότερους για να το διαβάσουν τον Οδυσσέα του, τόσο χρόνο όσο διαρκεί μία ολόκληρη ζωή.
Το κείμενο είναι στρυφνό, έχοντας διαβάσει το «ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα» του Μπουλγκάνοφ μέσα στο καλοκαίρι, και έχοντας δυσκολευτεί πολύ, πλέον πιστεύω πως συγκρινόμενο με τον Οδυσσέα είναι βατό! Ο Τζόυς είναι ο απόλυτος λόγιος, δεν κάνει όμως επίδειξη ύφους, το έργο του είναι προϊόν βαθιάς γνώσης και ο ίδιος δε μοιάζει να γράφει με απώτερο σκοπό να καρπωθεί τον έπαινο των αναγνωστών του.
Γράφει με αυτό τον μαγικό και πρωτόγνωρο στον αναγνώστη τρόπο, απλά και μόνο επειδή μπορεί, επειδή αυτό του βγαίνει φυσικά, επειδή δεν έχει το παραμικρό πρόβλημα να αντιληφθεί ο ίδιος τι είναι αυτό που γράφει και άρα θεωρεί πως δε θα έχει και ο απλός αναγνώστης του.
Και το τελικό αποτέλεσμα δεν τον δικαιώνει απλά, μιας κ με βεβαιότητα πλέον μπορούμε και μιλάμε για έναν ανυπέρβλητο συγγραφικό άθλο, μία μοναδική εμπειρία για αυτόν που έχει αποφασίσει πραγματικά να ασχοληθεί με το μαγικό και πολυδιαφημισμένο αυτό κείμενο, που δε θα καμφθεί από τις μυθικές σε σημεία δυσκολίες της δομής, της γραφής και της συγγραφικής τεχνικής του όλου έργου. Ο αναγνώστης ταξιδεύει παράλληλα με τον κύριο Μπλουμ, παράλληλα με τον Οδυσσέα, η Ιθάκη του είναι αυστηρά προσωπική του υπόθεση, αλλά αναμφίβολα κάπου υπάρχει, κάποια είναι, και η περιπλάνησή του μέχρι στο τέλος να την αντικρίσει στον ορίζοντα δεν ήταν, δεν είναι, και ποτέ δεν πρόκειται να γίνει μία εύκολη κατάκτηση.
Δηλώνω τεράστιος, αιώνιος, ισόβιος θαυμαστής, το συνιστώ και θα το συνιστώ στο διηνεκές ανεπιφύλακτα.
Εδώ κρίνω σκόπιμο να παραθέσω δύο τρεις σελίδες από τον μαγικό οδηγό ανάγνωσης του Μαραγκόπουλου.
Το 2016 όμως, διάβασα και τα βιβλία τριών ανθρώπων που γνωρίζω προσωπικά.
3. Έγκλημα στην Παραλία της Βουλιαγμένης.
Ο Χρήστος μου κάνει την τιμή και είναι φίλος μου, πρόκειται για ένα εξαιρετικά έξυπνο παιδί, με σπάνια καλλιέργεια και μία έμφυτη ευγένεια που τον διακρίνει σαν άνθρωπο. Το Έγκλημα στη Βουλιαγμένη, είναι το δεύτερο βιβλίο του, το οποίο είναι ένα καθαρόαιμο αστυνομικό μυθιστόρημα, καλοκαιρινό, γρήγορο, γεμάτο ανατροπές και σίγουρα με ένα τέλος που δεν αφήνει τον αναγνώστη να αφήσει στιγμή το βιβλίο από τα χέρια του.
Αξίζει της προσοχής όλων μας.
2. Όταν θα δεις τη θάλασσα, Στέφανος Δάνδολος.
Τον Στέφανο τον γνωρίζω προσωπικά, και για το λόγο αυτό δε μπορώ να είμαι η επιτομή της αντικειμενικότητας απέναντί του, παρά το γεγονός πως το «Όταν θα δεις τη θάλασσα» είναι ένα από τα πλέον καλογραμμένα και προσεγμένα στη λεπτομέρεια βιβλία που έπεσαν φέτος στα χέρια μου.
Ούτε οι μεγάλοι έρωτες είναι το φόρτε μου στη λογοτεχνία, το ίδιο ισχύει και για την ιστορική περίοδο της πρωθυπουργίας Τρικούπη αλλά και των δολοπλοκιών του Βασιλιά. Πολλές φορές όμως έπιασα τον εαυτό μου να συγκινείται βαθιά με την καθημερινότητα της Δωροθέας, το πείσμα του Άλκη, την αντισυμβατικότητα του Φάραντει. Ο τρόπος γραφής και ο πλούτος των εκφραστικών μέσων παραμένει το τεράστιο φόρτε του συγγραφέα, η ιστορία κυλάει σαν νερό, οι χαρακτήρες αναπτύσσονται μέχρις εξαντλήσεως δίχως να αφήνουν ερωτηματικά ή κενά στον αναγνώστη. Ο τρελός, ο γιατρός, η μάνα, η σουφραζέτα Μαργαρίτα και ο υποχθόνιος σύζυγός της, βρίσκονται στο κέντρο ενός πολυδαίδαλου πολυγώνου, συνδεόμενοι μαεστρικά ο ένας με τον άλλο μέχρι το τέλος (το οποίο όπως και αυτό του προηγούμενου βιβλίου του Στέφανου, της ανυπέρβλητης «Χορεύτριας του Διαβόλου») όπου γίνονται πράγματα που σπάνια περιμένεις να συναντήσεις σε ελληνικό μυθιστόρημα εποχής.
Σε κάθε περίπτωση, μιλάμε για ένα πανέμορφο βιβλίο, τοποθετημένο σε μία απόμακρη παραλία, στα χέρια μίας γοργόνας που μας αφηγείται την ιστορία της. Νομίζω αυτό από μόνο του είναι αρκετός λόγος να τσακίσεις την πρώτη σελίδα του.
Επίσης, μου σύστησε ένα ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ τραγούδι που δε γνώριζα (εδώ, σε εκτέλεση Pavarotti και όχι Καρούζο, και εδώ οι στίχοι του μεταφρασμένοι στα αγγλικά)
1. Δευτέρα, Ηλίας Αναστασιάδης
Τον Ηλία τον γνωρίζω, προφανώς όπως και στις προηγούμενες δύο περιπτώσεις δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός, το ξεκαθαρίζω για μία ακόμη φορά.
Παρόλα αυτά, η Δευτέρα του είναι ένα τρομερά προσωπικό βιβλίο, μία κατάθεση βιωμάτων που σε κάνουν να κοιτάς γύρω σου και να αναρωτιέσαι πως είναι δυνατόν να βρίσκονται άνθρωποι δίπλα σου που περνάνε τόσο δύσκολα και εσύ δεν έχεις την ωριμότητα να τους διακρίνεις και κατ επέκταση τη δυνατότητα να τους βοηθήσεις.
Άτιμο πράγμα ο τζόγος, διαβάστε το βιβλίο αν έχετε ή είχατε οποιαδήποτε έξη στη ζωή σας στη δική σας τη ζωή ή στη ζωή ενός ανθρώπου που βρίσκεται δίπλα σας, από το φαγητό και τον Θρύλο μέχρι το Αλκοόλ και το Facebook.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΚΟΜΙΚ.
Δεν έχω τελειώσει ακόμα το συναρπαστικό και υπεραστείο υπερέπος (!) του Preacher (για το οποίο καλά να είμαστε θα γράψω το χρόνου) σίγουρα όμως ξεχώρισαν
2. Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου, Δημοσθένης Παπαμάρκος (Adaptor), Γιάννης Ράγκος (Adaptor), Γιώργος Γούσης (Illustrator)
Όμορφα σχεδιασμένο, με εξαιρετικά προσεγμένη παραγωγή και με εκπληκτικά χρώματα, αλλά νομίζω η τελική εικόνα που μου έμεινε βρίσκεται στη λέξη «ανολοκλήρωτο».
Προσωπική άποψη πάντα, αλλά δε μπορεί να χωρέσει ο Ερωτόκριτος σε 90 σελίδες, και επειδή οι συγκρίσεις με έργα όπως το Αιβαλί είναι αναπόφευκτες, κρίνω πως ήθελε λίγη παραπάνω δουλειά από τους σεναριογράφους.
Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να διαβαστεί από όλους και μακάρι να υπάρξουν και μελλοντικά δουλειές τέτοιου βεληνεκούς.
1. Το δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν, Craig Russel.
Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν αποτελεί μία χορταστικότατη τετραλογία κόμικ βασισμένη στο έργο του Βάγκνερ που αφηγείται στο πρώτο του μισό το μύθο που επίκεντρο έχει τον θεό Οντίν και τις Βαλκυρίες και στο δεύτερο αυτόν του μυθικού ήρωα Ζίγκφριντ και του έρωτά του με την ατιμασμένη Βαλκυρία, Μπρουκχίλντε.
Εξαιρετική δουλειά, απίστευτα διασκεδαστικό, γεμάτο φανταχτερά σχέδια και χρώματα, μία απίθανη απεικόνιση της Μυθολογίας των Λαών του Βορρά και μία πρώτη γνωριμία με ένα χρυσό, ανεκτίμητο, «precious» δαχτυλίδι που θέλουν να αποκτήσουν όλοι ανεξαρτήτως της κατάρας που κουβαλάει.
Φανταστικό.
Pingback: Δεκατρία, και δύο, και τέσσερα βιβλία για το 2017 | Vasilakos.org – Heroes Rule the Universe
Pingback: Δεκατέσσερα και πέντε και δύο βιβλία για το 2018. | Vasilakos.org – Heroes Rule the Universe