Καλημέρα, μην το πείτε, σας έλειψα το ξέρω!
Όπως κάθε χρόνο, μπαίνω αμέσως στο ψητό, η λίστα αυτή περιέχει τα σημαντικότερα από τα βιβλία που κατάφερα και ολοκλήρωσα μέσα στο 2021 και τις εντυπώσεις που μου άφησαν ώρες, μέρες, μήνες μετά, έκτη χρονιά φέτος, τις προηγούμενες τις βρίσκετε στα λινκ που ακολουθούν
Η λίστα του 2020 εδώ
Η λίστα του 2019 εδώ
Η λίστα του 2018 εδώ
Η λίστα του 2017 εδώ.
Η λίστα του 2016 εδώ.
Η σειρά (και) φέτος όπως και τα τελευταία χρόνια είναι πλέον αξιολογική και όχι ημερολογιακή. Όλα τα βιβλία θα μπορούσαν να είναι στο Νο1, το λέω ειλικρινά δυσκολεύομαι ιδιαίτερα να τα βάλω σε σειρά, προσπαθώ κάθε χρόνο να τοποθετήσω πιο ψηλά, αυτά που μου έμειναν και συζήτησα περισσότερο με άλλους που τα διάβασαν (ή και όχι…), αυτά που σύστησα κατά κόρον αλλά και θα συστήνω και τα επόμενα χρόνια με ευχαρίστηση στους πολλούς που συστηματικά πια με ρωτάνε. Το 2021 ήταν μια χρονιά ιδιαίτερα δύσκολη όπως και η περσινή, περιμέναμε πως θα τελειώναμε με τον κορονοιό, φάγαμε μια καραντίνα σε σχέση με τις δυο που «απολαύσαμε» το 2020, ζήσαμε για να λέμε πως προλάβαμε και κάναμε το μπόλιε, τρεις δοσούλες, πόνος στο χεράκι που δε γράφουμε, πονοκέφαλος κάργα και δέκατα, γλιτώνοντας θεωρητικά τουλάχιστον τα χειρότερα, παρόλα αυτά η χρονιά φέτος αν και είχε αρκετές αναγνωστικές επιτυχίες, δεν πήγε ιδιαίτερα καλά, μετά από κοντά 5 χρόνια, φέτος ΔΕΝ έπιασα τον αναγνωστικό στόχο του Goodreads (που ήταν κλασσικά το 60 βιβλία), παρόλα αυτά τώρα που κάνω την ανασκόπησή μου συνειδητοποιώ πως τα διάβασα και φέτος τα τούβλα μου παρά τα δυο αναγνωστικά readers blocks που μεγαλόπρεπα μου θρονιαστήκανε μέσα στο καλοκαίρι. Δεν κατάφερα να διαβάσω (για μία ακόμη ακόμη ακόμη χρονιά) το Μαγικό Βουνό του Τόμας Μαν (νομίζω όμως το 2022 είναι η χρονιά του), ολοκλήρωσα την ΕΠΙΚΗ τριλογία του Liu Cixin με τόση τεράστια χαρά, είδα το Sandman του θείου Neil να αποκτά trailer στο Netflix και Ελληνική Εκδοση από τον Ανούβι, γνώρισα νέους ανερχόμενους συγγραφείς, δεν ασχολήθηκα τόσο με κλασσικά αναγνώσματα που τόσο μα τόσο μου αρέσουν, διάβασα φυσικά τις κομιξάρες μου, είδα τη Λέσχη Ανάγνωσης μας στο Ηράκλειο να παραμένει σταθερή στις συναντήσεις μας, σημαντικό μιας και είναι δύσκολο να κρατήσεις δεμένη μία ομάδα από ανθρώπους εν μέσω covid, συναντήσεις στις οποίες βέβαια βασικά τρώμε και γελάμε πάρα μα πάρα πολύ, αλλά επιστρέφοντας στα βιβλία σε κάθε περίπτωση η φετινή είναι μία ανασκόπηση (όπως και η περσινή και η προπέρσινη) που ανήκει καθ” ολοκληρίαν στις ΓΥΝΑΙΚΕΣ και ιδιαίτερα στις ΜΑΓΙΣΣΕΣ, έκλεισα επιτέλους τις εκκρεμότητές μου με τους ναζί, και φέτος ειδικά συστήθηκα με τους πιο Σκοτεινούς γυναικείους χαρακτήρες, που δεν περιμένουν να τους δώσουν το δίκιο που τους αναλογεί, αλλά το διεκδικούν με κάθε, μα κάθε όμως τρόπο, κερδίζοντας με το σπαθί τους ότι και αν διεδικούν, με τη δύναμη της φωτιάς και του ξωτικού που έχουν διαρκώς στον ώμο τους. Για τους σωστούς ή και για τους λάθος λόγους, δε θα λογοδοτήσουν σε κανέναν.
Είναι Μάγισσες Αφου.
Η λίστα αυτή χτίζεται βιβλίο το βιβλίο, ΚΛΑΣΣΙΚΑ ΠΛΕΟΝ, στο instagram του @vasilakosbooks
Ξεκινάμε?
Και δεν Ξεκινάμε.
13. Λαννυ, Max Porter, εκδόσεις Πόλις
Το είχα στη βιβλιοθήκη μου αρκετό́ καιρό́ και με κοίταζε και το κοίταζα κι εγώ́ και κοιταζόμασταν έτσι με τις μέρες αλλά́ δεν… Μου το είχε συστήσει βεβαίως με τρομερή́ θερμή ο βιβλιοπώλης μου (ε, δε μπορεί να μην τον ξέρετε τον βιβλιοπώλη μου), αλλά́ ξέρετε πως πάνε αυτά́, η καραντίνα έφερε βεβαιώσεις μετακίνησης, και επιστρεπτέα 4, και επιστρεπτέα 5 και φυσικά́ επιστρεπτέα 6, και η δουλειά́ τα καπάκωσε όλα, και έπιασε και μια βαρυχειμωνιά́, και το Τέλος του Θανάτου των 850σελίδων επίσης που μου πηρέ καιρό́ να τελειώσω, και όταν τελικά́ ένα βραδύ το έπιασα στα χέρια μου και ολοκλήρωσα το πρώτο κεφάλαιο, έ όπως είπαμε και παραπάνω, ξέρετε πως πάνε αυτά́ όταν το βιβλίο είναι ΤΟΥΜΠΑΝΟ, το ένα κεφάλαιο έφερε το άλλο, και οι 50 σελίδες έγιναν 100 και σε 3 ωρίτσες μου τέλειωσε.
Και ένα περίεργο πράγμα. Μετά το τέλος του Λάννυ, κόπηκε η όρεξή μου για διάβασμα, σαν να κλείδωσε το μυαλό́ μου στην πληροφορία «τί τα θες τώρα αυτά́, θαρρείς θα ξαναπιάσεις στα χεριά σου τέτοιο θησαυρό́» και αν και έχω ξεκινήσει δυό τρία κείμενα, κανένα δε με άρπαξε από́ το λαιμό́, κανένα δε με συνεπήρε όπως αυτό́, που αφηγείται με τρόπο μυστηριώδη τις περιπέτειες του μικρού́ εκεινού παιδιού́ που συνομιλούσε με τα δέντρα και το περιβάλλον γύρω του, των γονιών του που βυθισμένοι στην καθημερινότητά τους, άθελά τους το παραμελήσαν, και φυσικά́ του γερό Ακάνθους, που ποτέ́ δεν κοιμάται, και ποτέ́ δεν ξαποσταίνει, και μέσα στη νύχτα σέρνει τα κατάμαυρα χεριά του πάνω στον ουρανό́ και διαφεντεύει τη μοίρα των ανθρώπων.
Κανονικά́ βέβαια, αντί́ κριτικής, θα μπορούσα να γράψω 100 φορές, ΔΕΝ ΞΑΝΑΠΑΡΑΜΕΛΩ ΒΙΒΛΙΟ ΠΟΥ ΜΟΥ ΣΥΣΤΗΣΕ Ο ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΗΣ ΜΟΥ o κυρ Αλέξανδρος, αλλά́ ο Mr. Πολύγραφος είναι μπραγό κοπέλι και δε μανίζει…
Και ναι, φυσικά́, εννοείται και το προτείνω για ΑΜΕΣΗ ΟΜΩΣ ΛΕΜΕ ανάγνωση.
12. Ο Διάβολος και τα Σκοτεινά Νερά, Stuart Turton, εκδόσεις Μεταίχμιο.
Ένα καράβι παλιό σαπιοκάραβο με κάτι ναύτες τρελούς πειρατές, σηκώνει άγκυρες άγριο χάραμα (μμμ, παίζει να μπαρκάρανε και ντάλα μεσημεράκι, μη σας πάρω στο λαιμό μου) μέσα σε τιμές από την πλούσια αποικία της Μπατάβιας για το ΑμστερντΑμ, οι οποίοι είναι έτοιμοι να τα παίξουν όλα για να φτάσουν ζωντανοί στον προορισμό τους μετά από ένα τόσο σκληρό και επίπονο ταξίδι, και όπως τα ‘χει τραγουδισμένα κι ο Βασίλης υπήρχαν θέσεις αν ήθελες κενές, αλλά παιδιά σοβαροί να μαστε, η Μπατάβια είναι η σημερινή Τζακάρτα και το καράβι θα κανε κάνα εξάμηνο να φτάσει στα Τουλιπόσπιτα, κάτι σαν τον Πορτοκαλί Ήλιο, που έκανε παλιά το Κρήτη Θεσσαλονίκη, έμπαινες Δευτέρα στην καμπίνα σου, και με το καλό όταν έβλεπες Λευκό Πύργο, τσέκαρες το ημερολόγιο να δεις αν έπεσες μέσα στα ρούχα που είχες πάρει στη βαλίτσα, μπορεί να φτανες Άνοιξη, μπορεί Φτηνόπωρο, ή και όχι πάλι, θαρρείς κ έζησε κανείς να το διηγηθεί…
Με το ξεκίνησαν όμως που λέτε οι επιβάτες να ανεβαίνουν στο καράβι, ένα παράξενο πράμα, εμφανίστηκε ψηλά πάνω σε ένα κιβώτιο από το πουθενά ένας λεπρός που τους είπε «Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα, τώρα τον έλεγχο χάσαμε» και αμέσως τυλίγεται στις φλόγες (τί, μόνο η Βανδή θα έβγαινε από το ταβάνι με λαμπάκια;). Όταν όμως γίνεται η νεκροψία, άπαντες διαπιστώνουν πως ο λεπρός δεν έχει γλώσσα, του την είχανε κομμένη, άσε που βασικά δεν ήτονε καν λεπρός. Και τα αινίγματα ξεκινάνε. Και οι ανατροπές και τα εγκλήματα διαδέχονται το ένα το άλλο. Μέχρι που στο τέλος τα Δαιμόνια καταλαμβάνουν το καράβι, και όλοι είναι αβοήθητα έρμαια των ορέξεων του μοχθηρού Λούσιφερ που κρυμμένος στην πολυτελή του καμπίνα, περιμένει να τον καλέσουν οι υπήκοοί του να ανεβεί θριαμβευτικά στο θρόνο του.
«Ο Διάβολος και τα Σκοτεινά Νερά» είναι χωρίς την παραμικρή αμφιβολία το μυθιστόρημα έκπληξη του 2021, με κάποιον παράξενο τρόπο αναδεικνύει σελίδα τη σελίδα τις αναρίθμητες χάρες του, και ανακηρύσσεται στο Απόλυτο whodunnit του 2021, ένα πραγματικά προσεγμένο στη λεπτομέρειά του ναυτικοαστυνομικό χρονικό καταστρώματος, γεμάτο με παράξενα αινίγματα και καταπληκτικές ανατροπές που δεν μπορείς να προβλέψεις σε κανένα σημείο της ανάγνωσης.
Ναι, δεν μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω του, ναι μου το σύστησαν ως μυθιστόρημα πασατέμπο και πράγματι δεν ξεκόλλησα, ναι το απόλαυσα όσο λίγα, ever.
Και Ναι, μην το αργήσετε, όσο διαβάζετε παραπάνω αυτό το κείμενο το αργείτε, στοπ εδώ, ΣΤΟΠ ΛΕΜΕ.
11. Δυσφορεί η Νύχτα, Marieke Lucas Rijneveld, εκδόσεις Ικαρος.
Ένα κοριτσάκι έχει ως κατοικίδιο σλας πετ φάρμας ένα λαγουδάκι, που το αγαπάει, και το χαϊδεύει, και του μιλάει, μέχρι που ένα βράδυ καταλαβαίνει πως η φαμίλια της, της ετοιμάζει μαγλατά, και πως το ζωάκι αυτό που άπαντες φροντίζουν ταΐζοντάς το με αξιομνημόνευτη γενναιοδωρία, προορίζεται νομοτελειακά για στιφάδο. Πάνω στη φούρκα της λοιπόν, και επειδή δεν την είχαν αφήσει να πάει να κάνει το προηγούμενο βράδυ πατινάζ με τον μεγάλο της αδερφό, κλείνει τα μάτια της και εύχεται ο Καλός Πανδαμάτωρ Θεούλης να ανταλλάξει τη ζωή του αδερφού της με αυτή του πετ.
Τί συμβαίνει όμως όταν η ευχή της, την επόμενη κιόλας μέρα, γίνεται πραγματικότητα.
Εδώ σταματάω. Δεν ξέρω τι άλλο μπορώ να γράψω γι αυτό το βιβλίο. Είναι πολυδιαφημισμένο, γνωρίζετε όλοι σας τη σχέση που έχω με τα κείμενα που έχουν βραβευτεί με Booker (με δυο λεξούλες, τα λατρεύω) αλλά από την προηγούμενη εβδομάδα που το ξεκίνησα και μέσα σε 24 ώρες κατάπια κυριολεκτικά, προσπαθώ να αποτυπώσω τις σκέψεις μου και δε μου βγαίνει τίποτα. Ένα κενό. Μία ανακατωσούρα. Ένα σφίξιμο. Μία κουτουλιά στον καθρέφτη του Παντοδύναμου Εαυτούλη. Ένας χαρακτήρας (πολλοί χαρακτήρες βασικά) που ενώ αρχικά σου δίνει την ιδέα πως είναι γραμμικός και κατά τα βορειοευρωπαικά πρότυπα φλατ, εξελίσσεται σταδιακά με αναπάντεχο τρόπο σε ένα πλάσμα εξώκοσμο αλλά και αξιαγάπητο, που ψάχνει αλλά δε βρίσκει, που ζητάει αλλά δεν της δίνουν, που τελικά θέλει τόσο αλλά δεν μπορεί καθόλου.
Δεν είναι εύκολο βιβλίο, είναι αδυσώπητα και αβυσσαλέα σκληρό, δεν είναι τόσο Όμορφο και Παραμυθένιο όσο το εξώφυλλό του, παρά ταύτα είναι με μία απόκοσμη άνεση και μία ακόμα πιο αναπάντεχη βεβαιότητα μέσα στα 5 καλύτερα που έχω διαβάσει μέσα στο 2021.
Τώρα θα σας το σύστηνα να το διαβάσετε; Μάλλον όχι.
Μα είναι στα 10 καλύτερα (οκ, 12…)!!!
Εεεε… Μάλλον όχι και πάλι, αλήθεια συγνώμη, αλλά νομίζω είναι καλύτερα να διαβάσετε κάτι άλλο. Νομίζω.
Ή και όχι.
Συγνώμη κ πάλι.
10. Η Παναγιά της Θάλασσας, Ιλδελφόνσο Φαλκόνες, Εκδόσεις Πατάκη.
Αναγνωστικό τέλμα, το, reader’s block μου παν το λένε ελληνιστί, το παθα που λέτε και εγώ, όποιο βιβλίο και να έπιανα δε με κρατούσε, δεν είχα διάθεση, δεν αισθανόμουν πως γινόταν πραγματάκια και τα παρατούσα, μέχρις ότου η φίλη μου η Ελιάννα μου έστειλε όρντινο από τη μακρινή Αθήνα, πως ξεκίνησε την Παναγιά της Θάλασσας του Ιλδελφόνσο Φαλκόνες, για τους φίλους λογικά Ίλδε, και μιας και το χα αγορασμένο από το βιβλιοπώλη της καρδιάς μας (δεν είναι πως σταμάτησα να αγοράζω τον καιρό που δε διάβαζα) το ξεκίνησα και κάτι σα να πήρε μπρος μέσα μου, στην πρώτη σελίδα είχαμε ένα γάμο, στη δεύτερη το γλέντι, στην τρίτη ο πλούσιος ηγεμόνας ασκεί το δικαίωμά του να πλαγιάσει την πρώτη νύχτα του γάμου της με τη νύφη (δικαίωμα υπαρκτό κατα τον Μεσαίωνα, εξού και, χελλοοουυυυ, ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ!) και από εκεί και πέρα σα να μπήκα σε ένα σκοτεινό ρολερ κόστερ στο λούνα πάρκ Κατερίνα, και σταματημό δεν είχε η δράση, και οι δολοπλοκίες, και οι ανατροπές, και οι σκηνές ηρωισμού, και οι μάχες, και οι ανυπέρβλητοι ήρωες, και οι σιωπηλές ιστορίες αγάπης, για να μην τα πολυλέμε όμως και σας κουράζω και επειδή τελεία ακόμα δεν έχω βάλει, το βιβλίο κύλησε σαν κελαρυστό ποταμάκι στην καρδούλα μου, και με ξαναεπανέφερε στο σωστό το δρόμο, και είναι ώχαρωτογωχαρώτο για καλοκαίρι, να για να καταλάβετε μια πολύ καλή μου φίλη με έβριζε που το σύστησα στον άντρα της, μιας και για μια εβδομάδα τα είχε παρατήσει όλα, κι ας σάπιζαν τα φρούτα στο ψυγείο, κι ας αλυχτούσε η κόρη τους στην κούνια, αυτός όμως εκεί απερίσπαστος διάβαζε για τις περιπέτειες του ηρωικού Αρναού και της «το λες και» οικογένειας του στην πολύχρωμη μαγευτική Βαρκελώνη του 1350, σα να μην υπάρχει σούπερ μάρκετ.
Τα εξήγησα όμορφα;
Τα εξήγησα.
Στις δουλειές μας τώρα, αντέστε, τσοπ τσοπ, μα δε χανόμαστε.
Ιν Δελφόνσο, we trust.
9. Τη Νύχτα Όλα τα Αίματα είναι Μαύρα, David Diop, εκδόσεις Πόλις.
«Τη νύχτα όλα τα αίματα είναι μαύρα» μας γράφει στον τίτλο του βιβλίου του ο Νταβιντ Ντιοπ, και πράγματι τίποτα δε μοιάζει να έχει ένα τόσο δα χαρούμενο χρωματάκι στο βιβλίο του. Δύο Σενεγαλέζοι φίλοι πολεμάνε στο όνομα της Γαλλίας, ο ένας πεθαίνει στη μάχη στα χέρια του αδερφού του, ο ζωντανός τραβάει τη γραμμή του και περνάει στην άλλη όχθη. Ορκίζεται την εξόντωση εκείνου που τράβηξε τη σκανδάλη και κάθε βράδυ γυρνάει στο στρατόπεδο με ένα ιδιαίτερο λάφυρο. Στην αρχή τον υποδέχονται σαν ήρωα, όλοι θέλουν ένα κομμάτι του Μεγάλου Εκδικητή, όσο όμως οι μέρες περνάνε, ο φόβος φωλιάζει στις καρδιές των συμπολεμιστών του. Κι αν είναι Μάγος. Κι αν έχασε το μυαλό του; Κι αν οι επόμενοι στόχοι είναι αυτοί;
Που βρίσκεται η γραμμή εκείνη που διαχωρίζει το Σκοτώνω στο Όνομα της Πατρίδας με το Σφαγιάζω για την προσωπική μου ειρήνη.
Ο Ντιόπ γράφει με λεπίδι ένα βαθιά επιμορφωτικό βιβλίο, για την πιο μισητή και απεχθή μεριά της ανθρώπινης φύσης, εκείνης που εύχεται το θάνατο των απέναντι για να ζήσει η ίδια, εκείνης που δεν μετράει την ανθρώπινη ζωή, εκείνης που ο θνητός φοράει άθελα του το ψυχρό προσωπείου του Θανάτου και μεταμορφώνεται αυτοστιγμεί, και δυστυχώς μια για πάντα, σε Θάνατο.
Η γραφή του βιβλίου προκαλεί έναν αδυσώπητο, ανηλεή, ξυλοδαρμό αισθήσεων και συναισθημάτων, το περιεχόμενό του είναι αληθινή μπουνιά στα μούτρα, είναι τραχύ, βίαιο, βαμμένο στο αίμα, αμείλικτα σκληρό, απεικονίζει ωμά την άσκημη πλευρά ενός κόσμου, που η γενιά μου είχε την τύχη (;) να τη βλέπει μόνο στις οθόνες της τηλεόρασης. Βέβαια, η αλήθεια είναι πως χτες πολεμούσαμε εμείς, σήμερα οι άλλοι, αύριο κάνεις δεν ξέρει, όταν όμως κρατάς ένα όπλο στο χέρι, γνωρίζουμε άπαντες καλά, πως παύεις να είσαι άνθρωπος. Γιατί για να το κρατάς σημαίνει πως σκοπεύεις να το χρησιμοποιήσεις. Και όταν τελικά ανάψει το φωτάκι της Επιβίωσης, γίνεσαι κάτι άλλο. Κάτι άλλο, που καλό θα ήταν όλοι εμείς, ααβάδιστα, βολικά και αναίμακτα, ΑΠΛΑ να το διαβάζουμε μονάχα σε μυθοπλασίες τρίτων, σαν κάτι που είναι τρομακτικά μακρινό μας.
Φανταστικό.
8. Οι Γυναίκες που Επιβίωσαν, Robert Kloker, εκδόσεις Ικαρος.
Ζούμε κατά κανόνα απλές ζωές. Γεννιόμαστε, ενηλικιωνόμαστε, γνωρίζουμε ανθρώπους, φτιάχνουμε οικογένειες, καναδυό παιδάκια με το καλό και αποχαιρετούμε. Πώς θα ήταν όμως η ζωή σου αν τα παιδιά αντί για δύο ήταν δώδεκα και για να ανεβάσω και λέβελ, πως θα ήταν η ζωή σου αν από αυτά τα δώδεκα παιδιά, τα έξι εκδήλωναν σχιζοφρένεια.
«Οι Γυναίκες που Επιβίωσαν» που στην Ελλάδα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις @ikarosbooks, ανήκουν σε εκείνη την κατηγορία των βιβλίων που μου έκαναν τόσο πολύ κλικ από την πρώτη στιγμή που το είδα στην αγγλική του έκδοση, σαν να ήξερα από την αρχή πως θα ταιριάζαμε, σα να μην είχα στιγμή την παραμικρή αμφιβολία πως η αληθινή ιστορία της οικογένειας Γκάβιν, όπου έζησε στα πρότυπα του διαβόητου “American Dream” θα με παρέσυρε δίχως το παραμικρό έλεος σε μία δίνη συναισθημάτων που όμοιά της δύσκολα συναντάει κανείς στη λογοτεχνία, και αυτό διότι συνέχεια πιάνεις τον εαυτό σου να μονολογεί το ίδιο ακριβώς πράγμα: «πως, μα
ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ δυνατόν όλα αυτά να έχουν γίνει στα αλήθεια».
Η Υπερμαμά Μίμι, ο Γόης Αεροπόρος μπαμπάς Ντομ, τα άτυχα αγόρια που το ένα μετά το άλλο έπεφταν θύμα ψυχωσικών διαταραχών, και τα ακόμα πιο άτυχα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας που είχαν την τύχη (;) να μην αρρωστήσουν αλλά και ταυτόχρονα την ατυχία να αναγκαστούν να μεγαλώσουν σε ένα σπίτι που ο κίνδυνος για την ύπαρξή τους ήταν κυρίαρχος και απολύτως υπαρκτός μέρα και νύχτα, συνθέτουν μία Σύγχρονη Αμερικανική Τραγωδία που όμοια της κανείς μας δεν τολμάει καν να φανταστεί, κανένας Οιδίποδας παιδιά, κανένας Αγαμέμνωνας σαν τον Πρωτότοκο των Γκαβιν.
Συγκλονιστική αφήγηση, γεγονότα γροθιά στο στομάχι, με την ιστορία της οικογένειας που χτύπησε η τύχη κ η μοίρα να αναπτύσσεται παράλληλα με την ιατρική επιστήμη, και τον αναγνώστη άβολα παρόντα σε όλες τις εξελίξεις, να παρακολουθεί χωρίς να μπορεί να τραβήξει τα μάτια του από την ιστορία, ένα δράμα που δεν είχε τέλος.
Αναμφίβολα στα καλύτερα βιβλία που διάβασα φέτος, χρυσή σφραγίδα εγγύησης επιστροφής χρημάτων βασιλακοσπουξ.
7. Η Εποχή των Τυφώνων, Φερνάντα Μελτσόρ, εκδόσεις Δωμα.
Στο μακρινό και κακόφημο βασίλειο της Λα Ματόσα, βαθιά μέσα στο πυκνό δάσος ζει μέσα σε ένα σπίτι με σφαλισμένα παράθυρα μία παράξενη Μάγισσα.
Αυτό. Τί, δε σας φτάνει αυτό;
Οκ, το ακούω.
Όλοι που λέτε τη γνωρίζουν καλά και φυσικά τρέμουν το βλέμμα και το στόμα της, σαν τη συναντάνε στο δρόμο κρύβονται, σταυροκοπιούνται ή κάνουν πως δεν την βλέπουν, όταν όμως σκοτεινιάζει ένας ένας στοιχίζονται σειρά ευλαβική και περιμένουν με αγωνία το μαγικό εκείνο ξόρκι που θα λύσει το πρόβλημά τους. Κι ας τη φοβούνται, κι ας την αποκαλούν στα Μυστικά «ο Δαίμονας με τα Μαύρα Μαλλιά», κι ας ντρέπονται για το τι θα πει η γειτονιά. Κανείς δεν κάνει βήμα πίσω, όλοι παραμένουν ακλόνητοι εκεί, στη σειρά τους.
Θέτε κι άλλο ε, μα σας βλέπω!
Δε θα πρεπε νομίζω, αλλά να, πάρτε λίγο ακόμα.
Μία μέρα όμως συννεφιασμένη κ βροχερή, το παράταιρο εκείνο μαυροφορεμένο πλάσμα των Χρησμών και των Μαγικών Ματζουνιών βρίσκεται με κομμένο το λαιμό στις όχθες ενός ποταμού, ο παρίας έπαψε πια να ενοχλεί με την παρουσία του, τώρα περνάει στην απέναντι μεριά, όλοι αυτοί όμως που έμειναν πίσω, ξεκινάνε να ψάχνουν με μανία να βρουν εκείνον τον ένα, τον Φονιά, που τους στέρησε από τη ζωή τους την «αγαπημενητους» Μάντισσα.
Το κείμενο της Φερνάντα Μελτσόρ είναι κυριολεκτικά ένα μικρό διαμάντι, μοιάζει η ίδια με μία συναρπαστική μίξη Σαραμαγκού με Μπολάνιο, ένας εκκολαπτόμενος Οκτάβιο Πας, γράφει λέξεις μαχαιριές προτάσεις σιδηρόδρομους παραγράφους δίχως κανόνες και τέλος, μιλάει με σκληρότητα και ειλικρίνεια για τη χώρα της το Μεξικό, κοιτάζει το παρελθόν της με απογοήτευση και το μέλλον μας με απόγνωση.
Εύκολα στα καλύτερα της χρονιάς «η Εποχή των Τυφώνων», πρόκειται δίχως αμφιβολία για ένα πραγματικό αριστούργημα που μέσα μου τουλάχιστον μέρα με τη μέρα μεγαλώνει διαρκώς.
Δεν έχω κάτι άλλο να προσθέσω, νάνι τώρα, νισάφι, σπίτια σας, ενυχτώσαμε.
6. Στη Γη είμαστε Πρόσκαιρα Υπέροχοι, Ocean Vuong, εκδόσεις Gutenberg.
Σκληρό́ πράγμα το να κοιτάς μέσα σου κ να μιλάς με ειλικρίνεια για τον εαυτό́ σου. Ποσό μάλλον όταν απευθύνεσαι σε έναν άνθρωπο του οποίου αποτελείς μέρος. Τί να έχει όμως να εξομολογηθεί́ ένας νέος μόλις 33χρονών από́ το Βιετνάμ σε όλους εμάς. Τί να χει ζήσει άξιο του χρόνου του αναγνώστη.
Ο Vuong γραφεί ένα πολυσέλιδο γράμμα στην μητέρα του για τη ζωή́ του. Γράφει τα πρώιμα απομνημονεύματά́ του στον μοναδικό́ άνθρωπο που θα ήθελε να τα διαβάσει, γνωρίζοντας όμως πως η προσπάθειά του είναι καταδικασμένη να αποτύχει, η μαμά́ του είναι αναλφάβητη, δεν ξέρει πως να διαβάζει, το σχολείο της ανατινάχτηκε όταν ήταν μικρούλα, μόλις 5 ετών. Ο ίδιος μεγάλωσε στο πλάι της παράλληλα με το μετατραυματικό της σοκ, δίχως να γνωρίσει ποτέ́ τον πατερά του, σε έναν πλανήτη δίχως βόλτες με πικνίκ στην εξοχή́ πνιγμένα στα γέλια, σε έναν κόσμο οπού ο ίδιος δεν έχει το παραμικρό́ προνόμιο έναντι κανενός, εκεί́ που τους δράκους και τους δαίμονες δεν τους συναντάς μονάχα στα βιβλία, αλλά́ ζεις και μεγαλώνεις στο πλάι τους. Ο μικρός Σκύλος όμως δε ζητάει συγνώμη για κάτι. Δεν έχει κάνει κάτι για το οποίο αισθάνεται ένοχος. Απλά́ θέλει ο άνθρωπος που αγάπησε όσο κάνεις στον κόσμο, να ξέρει πως όλα καλά́. Η ζωή́ συνεχίζεται. Ο άνθρωπος στην εξέλιξη της αλυσίδας της ζωής σταμάτησε να περπατάει στα τέσσερα, σήκωσε κάποια στιγμή́ το κεφαλάκι του και κοίταξε προς τον ουρανό́. Και ο Γουόνγκ πλέον, προχωράει κι αυτός μαζί́ με το υπόλοιπο συμπάν, μέσα στα καθημερινά́ του προβλήματα, μη σταματώντας στιγμή́ να αναζητάει τη λάμψη του φωτός της αυριανής καλύτερης ημέρας. Κι αν απελπίζεται, κι αν δυσκολεύεται. Δε σταματάει να Προχωρά́. Διπλά μας. Μαζί με μας. Όπως όλοι μας.
Φαβορί́ για 10άδα του 2021 (μπήκε τελικά, περίπατο). Αναζητήστε το, δε θέλω να μιλήσω ΚΑΝ για τις τελευταίες του 30 ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΙΚΕΣ σελίδες, μη σας το χαλάσω.
Εύγε στα παιδιά στη Gutenberg, από πολύ νωρίς στη χρονιά κυκλοφόρησαν ένα από τα καλύτερα βιβλία της!
Μην το παραλείψετε από την αναγνωστική σας λίστα για κανένα των λόγων.
5. Το πέρασμα του Μακελάρη, John Williams, εκδόσεις Gutenberg.
Ένας νεαρός φοιτητής, παρατάει τον πρότερο έντιμο σπουδάζοντα βίο του και αποφασίζει να γίνει εντεπρενέρ χρηματοδοτώντας το ταξίδι του στην ενδοχώρα της Αμερικής με σκοπό να ανακαλύψει τί πραγματικά κρύβει η ζωή για εκείνον πέραν των σπουδών που έχει ήδη αποφασίσει πως δεν τον καλύπτουν. Επισκέπτεται λοιπόν το Πέρασμα του Μακελάρη έναν ξερό τόπο στις αχανείς εκτάσεις του Κολοράντο και αυτοχρηματοδοτεί μία επιχείρηση συλλογής τομαριών Βουβαλιών τα οποία σε μεγάλη ποσότητα θα του φέρουν περισσότερο χρήμα και εμπειρίες, στρατολογεί εκλεκτό πλήρωμα αποτελούμενο από έναν εκτελεστή, έναν γδάρτη και έναν σιτιστή, και ξεκινάει το ταξίδι του στην Άγρια Δύση.
Το βιβλίο θα μπορούσε να έχει εναλλακτικό τίτλο «ο Μόμπι Ντικ στο Φαρ Ουέστ» μιας και στο μυαλό μου τουλάχιστον η δομή του είναι εντελώς παράλληλη με εκείνη του έπους του Μέλβιλ, και πραγματικά από την πρώτη σκηνή που ο νεαρός Άντριου περιγράφει τις εικόνες που βλέπει μπροστά του διασχίζοντας την κεντρική είσοδο του Μακελάρη, είναι ήδη ασύλληπτα ευδιάκριτο το εφάμιλλα πηγαίο ταλέντο του κορυφαίου Ουίλιαμς στη συγγραφή, οι λέξεις του ξεχύνονται αβίαστα, καταιγιστικά, είναι σα να έχεις στο μυαλό σου έναν λευκό καμβά και ξαφνικά να συναντάς μπροστά σου έναν άλλο Μπομπ Ρος που με ένα λιτό καβαλέτο μετατρέπει το άνευρο λευκό σε αλλεπάλληλα κύματα χρωματικών συνδυασμών και εικόνων, εδώ έχουμε μια βουνοκορφή, να σου εδώ βρίσκεται μία μικρή κουκουβάγια που αφηγείται την ιστορία του δάσους, και μην ξεχάσω κάπου εδώ κρύβεται ένας αδυσώπητος κυνηγός που δεν πρόκειται να τελειώσει το ταξίδι του αν δεν ικανοποιήσει το όνειρό του, να εκτελέσει δηλαδή το μεγαλύτερο κοπάδι βουβαλιών που είδε ποτέ το ανθρώπινο μάτι.
Και εδώ έρχεται η ερώτηση που αβίαστα γίνεται από μόνη της:
Είναι το καλύτερο βιβλίο του Τζον Γουίλιαμς;
Νομίζω θα ήταν τρομερά άδικο να συγκριθεί ένα κείμενο του οποίου τελείωσα μόλις την πρώτη ανάγνωση με τον αριστουργηματικό Στόουνερ που έχω ήδη διαβάσει 2 φορές ή τον Αύγουστο που είναι στα 10 αγαπημένα μου βιβλία όλων των εποχών, και τώρα ολοκληρώνω την 3η του ανάγνωση, βιβλία που έχω συζητήσει δίχως τέλος, βιβλία που αγοράζω εμμονικά σαν δώρα σε ανθρώπους που αγαπώ, βιβλία που είχαν το χρόνο κ μεγάλωσαν αρμονικά μέσα μου. Σε κάθε περίπτωση όμως κανείς δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει την ταλαντούχα πένα, την ιδιοφυή ματιά και το αστείρευτο ατελεύτητο ταλέντο ενός ανθρώπου που μας άφησε όλα κι όλα 4 κείμενα (εκ των οποίων το 1 είχε αποκηρύξει) και μας αποχαιρέτησε γρήγορα και αθόρυβα.
Πάρτε λοιπόν ένα χαρτί, σημειώστε το όνομα του John Williams και αναζητήστε στα κείμενά του στις πάντα προσεγμένες παραγωγές της Gutenberg. Θα σας συνθλίψει τον τρόπο που μέχρι σήμερα αντιλαμβάνεστε την έννοια “συγγραφή”, τη λέξη “περιεχόμενο”, τον όρο “ταλέντο”.
Τραστ μη. Ή και όχι, ξερωγω…
4. Το Τέλος του Θανάτου, Liu Cixin, εκδόσεις Σελίνι.
Ένα απερίγραπτο πράγμα η ανάγνωση.
Ξεκίνησα πριν τρία χρόνια την τριλογία του Cixin “η Ανάμνηση του Παρελθόντος της Γης» με «το Πρόβλημα των Τριών Σωμάτων». Άτιμο πράγμα η επιστημονική φαντασία το έχουμε ξαναπεί πολλές φορές, η μανιέρα κακοί Εξωγήινοι, καλοί Γήινοι, χάπι εντ, δύσκολα ξεπερνιέται. Το τελείωσα όμως με ένα συναίσθημα θαυμασμού διαπιστώνοντας πως ο Liu είχε πραγματάκια στο μυαλό του όταν ξεκίνησε το έργο και ολοκλήρωσα με την ίδια ένταση και το σήκουελ «Σκοτεινό Δάσος» ένα χρόνο αργότερα. Και μετά κενό.
«Το Τέλος του Θανάτου» άργησε να κυκλοφορήσει στα Ελληνικά (τρομερή επιλογή να ΜΗΝ το διαβάσω στα αγγλικά λόγω των εκατοντάδων πραγματικά τρομερά δυσνόητων επιστημονικών όρων), πιάσαμε παραμονή Χριστουγέννων του 2020, είχε περάσει παραπάνω από ένας χρόνος από όταν είχα τελειώσει το προηγούμενο βιβλίο αλλά…
Πριν το αλλά, θα μου επιτρέψετε ΈΝΑ ΜΟΝΑΧΑ σπόηλερ για την τριλογία, η οποία που λέτε ξεκινάει το 1967 και τελειώνει το… 18.963.729μχ, αυτό είναι το έτος που αναφέρεται στην προτελευταία σελίδα, ΜΠΕΣΑ ΣΑΣ ΤΟ ΛΕΩ! Επίσης οι ήρωες από το ένα βιβλίο στο άλλο αλλάζουν, οι πλειοψηφία τους έχουν Κινέζικα ονόματα, δύσκολα συγκρατεί κανείς τα Δυτικά ονόματα σε ένα κείμενο 2.000 σελίδων, και όμως ένα πράγμα μυστήριο…
Το πρώτο βιβλίο της τριλογίας βάζει στην αφήγηση επιστημονικούς όρους. Όχι δύσκολους μην τρομάξετε. Η άφιξη των εξωγήινων στη Γη γίνεται αντιληπτή όταν θεμελιώδεις νόμοι της Φυσικής παραβιάζονται. Στο δεύτερο έχουμε τη μάχη. Η Γη παλεύει να κρατηθεί στη ζωή απέναντι στο άγνωστο. Όλο αυτό λοιπόν το συνονθύλευμα δεκάδων εννοιών κ εκατοντάδων προσώπων κατάφερε ΜΑΓΙΚΑ με το χρόνο που απέκτησα αναμεσά στο 2ο κ στο 3ο μέρος και έγινε στο μυαλό μου ΚΑΘΑΡΗ ΕΙΚΟΝΑ, πως βλέπει ο Neo στο Matrix τα πράσινα γραμματικά να καλύπτουν την οθόνη, έτσι και εγώ το τρίτο βιβλίο το ξεκίνησα έχοντας ΠΛΗΡΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ του ποιοι είναι ποιοι, που ΑΚΡΙΒΩΣ βρισκόμαστε και τι συμβαίνει στο σύμπαν του Cixin, και κάθε σύννεφο που αντιμετώπισα στα προηγούμενα μέρη, διαλύθηκε. Δύσκολο να σας το εξηγήσω καλύτερα αν δεν το έχετε διαβάσει, αλλά το φαινόμενο Ντόπλερ, η ανατίναξη του Πλανήτη Δία από το Τρισηλιο και ο έρωτας δύο ανθρώπων δύσκολα μπορεί να συνδυαστεί αρμονικά σε μία σελίδα.
Σε κάθε περίπτωση, και για να μη μακρηγορώ (χαχαχαχαχα, είδατε τι έκανα εκεί, ε?), μέχρι σήμερα όταν με ρωτούσαν «τί βιβλίο να διαβάσω για να ανατινάχτε το μυαλό μου» απαντούσα το Sandman του Neil Gaiman. Από σήμερα θα μιλάω ΚΑΙ για την τριλογία του Κινέζου Μαέστρου της Επιστημονικής Φαντασίας. Διαβάστε το με την πρώτη ευκαιρία, μιλάμε για Αναγνωστικό Θησαυρό.
3. Η Εκπνοή, Ted Chiang, εκδόσεις Ικαρος.
«Η επιστημονική φαντασία είναι κατηγορία του ευρύτερου μυθοπλαστικού τομέα του φανταστικού στην οποία πιθανές και εύλογες μελλοντικές ή εναλλακτικές εξελίξεις στην επιστήμη, στην τεχνολογία ή στην κοινωνία κατέχουν κεντρικό ρόλο στην πλοκή ή στο περιβάλλον όπου εκτυλίσσεται η ιστορία».
Αυτό τον ορισμό δίνει η wikipedia για την ευρεία εκείνη ΚΑΤΑΦΩΡΑ κατ’ εμέ ΠΑΡΕΞΗΓΗΜΕΝΗ κατηγορία της μυθοπλασίας, έχω κόσμο που μου λέει «εγώ δε διαβαζω σάηενσφήξιο, με κουράζει, με ταλαιπωρεί, με αποσυντονίζει από το δικό μου χειροπιαστό παρόν».
Και να σας πω κάτι. Αληθινά τους καταλαβαίνω. Ναι. Δεν είναι εύκολο να παρακολουθήσεις το μυαλό του Gaiman στο οποίο ο ήρωας του ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ που βρίσκεται παγιδευμένος σε μια φυλακή, ή σε ένα αδιέξοδο βγάζει από την τσέπη του μια κιμωλία, ζωγραφίζει μια πόρτα, την ανοίγει και φιλάκια. Όπως και τα απανωτά κύματα των κακών εξωγήινων που έρχονται να καταστρέψουν τον «ειρηνικό και φιλήσυχο» (λολ όμως, κάπου ώπα παιδιά) πλανήτη μας, ναι, αντιλαμβάνομαι πλήρως γιατί σε αρκετούς φίλους μου δεν δουλεύουν.
Στο μυαλό του Τσιανγκ όμως τα πάντα είναι αλλιώς. Ο κόσμος του δεν απέχει από τον δικό μου. Ο εχθρός δεν είναι απαραίτητα εκεί έξω, βασικά δεν υπάρχει εχθρός ή για να το πω καλύτερα, εχθρός υπάρχει παντού άμα είναι τέτοια η φάση και η ματιά σου. Τη φαντασία του δεν την λες επιστημονική, αν και οτιδήποτε γράφει, μοιάζει να έχει ξεπηδήσει από μία πανέμορφη μαθηματική εξίσωση, το αποτέλεσμα της οποίας του είπε να γράψει ΕΤΣΙ ΑΚΡΙΒΩΣ την εκάστοτε ιστορίες του, trust him, he is a storyteller.
Και ναι, είναι και αυτές οι ιστορίες. Δε θέλω να ξεχωρίσω κάποια, γιατί θα κάνω βαρύ σπόηλερ και δε είμαι τέτοιος άνθρωπος, να ξέρετε όμως πως με το που τελειώσετε την «Εκπνοή», δε θα ξαναδείτε ΠΟΤΕ παπαγαλάκια με το ίδιο μάτι, να μα το Θωρ, το γράφω κ δακρύζω.
Στα καλύτερα της χρονιάς.
Ίσως και το καλύτερο.
Θα δούμε.
Σουν.
Edit τέλος 2021. (τελικά, όχι το καλύτερο, αλλά ανέβηκε βάθρο, ΧΕΛΟΟΥ)
2. Η Μαγισσα, Ζυλ Μισλε, εκδόσεις ΜΙΕΤ.
Η προδημοσίευση της Μάγισσας του Μισλέ στη Lifo είχε πέσει εντελώς τυχαία στην αντίληψή μου, και η αλήθεια είναι από το πρώτο δευτερόλεπτο, αγάπησα παθολογικά αυτό το βιβλίο πριν καν πέσει στα χέρια μου στη φυσική του μορφή. Το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης λοιπόν, που έχει και την επιμέλεια της υπέεεεροχης αυτής έκδοση, μας έδωσε σε 500 πυκνογραμμένες παραμυθένιες σελιδούλες, μία πλήρη γραπτή καταγραφή των Μαγισσών του Μεσαίωνα.
ΜΠΟΥΜ!
Και θα μπορούσα να σταματήσω εδώ, αν ο Μισλέ εξιστορούσε απλά παραμύθια με μάγισσες, πάλι θα ήταν στα αγαπημένα μου βιβλία για το 2021, η σπουδή και η αγάπη με την οποία το έχει κάνει, είναι εμφανείς σε κάθε σημείο του, ο ίδιος όμως επέλεγε να κάνει κ μία κοινωνιολογική ανάλυση του ρόλου της γυναίκας στις Μεσαιωνικές Κοινωνίες, εξηγώντας πώς προέκυψαν και θεμελιώθηκαν στο μυαλό του κόσμου «οι κακές μάγισσες», πως έγιναν μέρος της ιστορίας, και κυρίως πώς από σύμβουλοι των ισχυρών αλλά και των βασανισμένων, βρέθηκαν εν μία νυκτί στην πυρά της Ιεράς Εξέτασης αντιμετωπίζοντας το μένος των κοινωνιών των οποίων αναπόσπαστο μέρος οι ίδιες αποτελούσαν. Άνθρωποι καταθέτουν με ζήλο πως είδαν με τα μάτια τους όμορφες και απροσπέλαστες κατά κανόνα κοπέλες, να πουλάνε η μία μετά την άλλη την ψυχή τους στο Διάβολο, με αντάλλαγμα δυνατά ξόρκια που θα τους χαρίσουν στιγμιαία Δόξα αλλά και Φθόνο, ο εχθρός είναι πάντα το διαφορετικό, αυτό που δεν μπορούμε να αγγίξουμε, αυτό που βαθιά μέσα μας ονειρευόμαστε για τον εαυτό μας, αυτό που χωρίς την παραμικρή τύψη αλλά και αναστολή καταδικάζεται ανερυθρίαστα στο μαρτύριο της Πυράς.
Μακράν μέχρι στιγμής το κορυφαίο βιβλίο της χρονιάς, συναρπαστικό και φροντισμένο στη λεπτομέρεια από την αρχή μέχρι και το παραμυθένιο (ναι, γίνεται σας λέω) τέλος του. Και ναι, εννοείται το πήγαινα λίγο λίγο για να μη μου τελειώσει…
Και, ναι, εννοείται, τελευταία στιγμή την έχασε την πρωτιά επειδή:
1.Η Αστυνομία της Μνήμης, Γιόκο Ογκάουα, εκδόσεις Πατάκη.
Αυτό το πράγμα που διαβάζεις ένα βιβλίο, ένα από εκείνα τα βιβλία τα παράξενα που εσύ τρελαίνεσαι, και μάλιστα σου είπε ο βιβλιοπώλης σου (ναι, ο γνωστός βιβλιοπώλης) πως η συγκεκριμένη γράφει μόνο διαμαντάκια, αλλά εσύ ούτε που την είχες ακούσει ποτέ, και ξαφνικά βρίσκεσαι βουτηγμένος σε έναν κόσμο όπου μέρα με τη μέρα εξαφανίζονται πράγματα, όχι χάνω τα κλειδιά μου και δεν τα βρίσκεις αλλά, να ένα πρωινό χάνονται τα κλειδιά σου, μαζί όμως με τα κλειδιά όλου του κόσμου, αλλά και την ίδια την έννοια της λέξης κλειδί, την επομένη το πρωί όλες οι πόρτες είναι ξεκλείδωτες και μαζί χάνονται και οι μνήμες του τι σημαίνει να κλειδώνεις την πόρτα του σπιτιού σου.
Και καλά στην αρχή εξαφανίζονται τα κλειδιά, μετά τα πορτοκάλια και κάποια μέρα σβήνει η μνήμη και του γράμματος Έψιλον. Τί θα συμβεί όμως αν μαζί με τα υλικά αρχίσουν να σβήνουν και οι ίδιοι οι άνθρωποι.
Η Αστυνομία της Μνήμης είναι πάντα εκεί. Είναι ολιγόλογη αυστηρή και άτεγκτη. Δε θα ανεχθεί ανθρώπους που θυμούνται. Ανθρώπους που θέλουν να διατηρήσουν τις μνήμες τους ζωντανές, που παρά το γεγονός πως εξαφανίστηκαν από τον κόσμο τα τριαντάφυλλα, εκείνοι κράτησαν ένα πεθαμένο λουλούδι με 30 πέταλα σε ένα κρυφό μέρος, για να μην ξεχάσουν την εικόνα του, να μην απωλέσουν ποτέ την ανάμνηση της αρμονίας και της ομορφιάς του, να διατηρήσουν την ανάμνηση της νιότης και της ίδιας τους της ύπαρξης στο τέλος τέλος. Όσοι κατηγορούνται πως διατηρούν παράνομα αναμνήσεις, εξαφανίζονται, δεν έχουν τέτοιο δικαίωμα, διατάχθηκαν να ξεχάσουν και θα ξεχάσουν.
Κι αν Θυμούνται ακόμα; Η Τιμωρία τους θα είναι παραδειγματική.
Και εκεί που το κείμενο προχωράει, και εσύ αναρωτιέσαι πως γίνεται να ξεχάσει ο κόσμος τη μυρωδιά ενός πορτοκαλιού, τι σημαίνει «εξαφανίστηκαν τα καράβια», τί μηχάνημα ανακάλυψαν οι κυβερνώντες για να εξαφανίζουν αντικείμενα και ιδέες, εκεί κάπου σε κάποιο σημείο συνειδητοποιείς πως και εσύ ο ίδιος ξεχνάς, όσο ο καιρός περνάει, ναι, ξεχνάς όλο και περισσότερα, χωρίς να στο επιβάλει κανένας Αστυνομικός της Μνήμης, πως η Μνήμη σου η ίδια αστυνομεύει αυστηρά την ίδια σου τη ζωή, και επιβάλει εικόνες κατά το δοκούν, εξαφανίζοντας από την άλλη συστηματικά ότι πονάει, ότι δε βολεύει και φυσικά και ότι απλά μας περνάει.
Και σταματάς να ζητάς απαντήσεις. Γιατί η ζωή, σόρικιόλας, είναι ερωτήσεις. Και δεν έχει σημασία το να ξέρεις, νόημα έχει το να μη σταματήσεις ποτέ να αναρωτιέσαι κ ας μη μάθεις ποτέ.
Αστυνομία της Μνήμης λοιπόν, το ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ μου βιβλίο για το 2021.
Γιατί όπως λέει και ο θείος Κερτ, Έτσι Πάει.
ΕΚΤΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΥ. Τα ημερολόγια του Αδάμ και της Εύας, Μαρκ Τουέην, εκδόσεις Γράμματα.
Και τώρα, ένα τσαφουνιστό.
Δεν το λες ακριβώς βιβλίο, λόγω όγκου κυρίως, δε μπορώ να το βάλω στην ίδια κατηγορία με τον Κόμη Μοντεχρίστο για παράδειγμα, αλλά από την άλλη, δε μπορώ για ΚΑΝΕΝΑ λόγο να αγνοήσω την ύπαρξή του και μόνο.
Το βιβλιαράκι το ποκιοκιό αυτό που λέτε του Μαρκ του Τουέην έπεσε τυχαία στα χέρια μου στις αρχές του καλοκαιριού. Η φίλη μου η Νάστια, μια μέρα στον Κερατόκαμπο, εγώ διάβαζα ακόμα το τούβλο, τη βιβλιάρα του Μισλέ, με ρώτησε αν εχω διαβάσει «τα Ημερολόγια του Αδάμ και της Εύας», λέγοντάς μου πως το έχει στο τραπεζάκι δίπλα στο κρεββάτι της και το διαβάζει κάθε που της έρχεται όρεξη. «Είκοσι, τριάντα φορές, δε θυμάμαι»!
Εγώ πάλι, στο προσκέφαλό μου έχω τις «Σόου Μπίζνες» του Αρκά, το ΕΠΙΤΟΜΟ θα παρακαλέσω πολύ, και δυο τόμους Κουραφέλκυθρα οπότε εντυπωσιάστηκα ψέματα δε θα πω, και το παρήγγειλα στο καπάκι.
Και το διάβασα κάτω από ένα αλμυρίκι στον Κουρεμένο μετά από μία εβδομάδα.
Γλυκό, αισιόδοξο, πρωτότυπο, αν το διαβάσετε θα μπει στην ΟΠΟΙΑ δεκάδα έχετε αμέσως, εμένα έκανε το μυαλό μου μπαμ, δεν περίμενα τέτοιο κείμενο να το χει γράψει ο πολύς Τουέην, δε σας δίνω σπόηλερ (οκ, εχω 5 φωτογραφίες στο τέλος του κειμένου) αλλά αν δε θέλετε να το χαλάσετε στον εαυτό σας, βρείτε το και αγαπήστε το κι εσείς, σαν να μην εχει ξαναπέσει βιβλίο στα χέρια σας.
Όσο για εσάς του 4 που μου ζητήσατε βιβλίο να διαβάσετε, σας το πρότεινα με θέρμη, και δεν ξανάκουσα νέα σας ποτέ (επειδη δεν το διαβάσατε)…
Shame. Shame. Shame.
Διάβασα φυσικά και κάποια βιβλία Ελλήνων συγγραφέων εννοείται, το καταπληκτικό Μαύρο Νερό του Μακρόπουλου, από τις εκδόσεις Κίχλη, ένα κομψοτέχνημα πραγματικά και χίλια μπράβο του παιδιά, καθώς και το τελευταίο βιβλίου του Χρήστου Μαρκογιαννάκη με τίτλο «Μυθιστόρημα με Κλειδί» αλλά και τη «Δίκη που άλλαξε τον κόσμο» του επίσης φίλου μου Στέφανου Δάνδολου, η προσπάθεια που έχουν βάλει μέσα στα δημιουργήματά τους και η στοργή με τα οποία τα έχουν επιμεληθεί είναι πραγματικά αξιοθαύμαστη και ζηλευτη.
Και διάβασα και ΚΟΜΙΞΑΡΕΣ βεβαίως βεβαίως, δε θα σας ζαλίσω όμως με λογάκια, δύο από τα πολλά θα μπορούσαν άνετα να μπουν και στη δεκάδα των βιβλίων, αλλά τα βάζω εδώ, να έχουν τον δικό τους τόπο, αν τα καταφέρετε λοιπόν και πέσει κάποιο στα χερια σας, είτε το πολυβραβευμένο κλασσικό Locke and Key είτε το ομορφότερο πράγμα που έπεσε στα χέρια μου το 2021 Lore Olympus, Book One, ΜΠΟΥΜΠΟΥΝΙΣΤΕ ΤΟ.
Και φυσικά, επιτρέψτε μου να κλείσω με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως και πέρσι.
Δεν ξέρω αν πρέπει να το πω, αλλά νομίζω χρήσιμο είναι, και αν έχετε φτάσει μέχρι εδώ, και έχετε διαβάσει ο Θεός ξέρει πάλι φέτος πόσες λέξεις 5697 λεξούλες (κατά 100 σχεδόν λιγότερες από το περσινό) που έκατσα και έγραψα, εκατό παραπάνω δε σας είναι κόπος (για να τις κάνουμε ΟΣΕΣ ΑΚΡΙΒΩΣ ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΠΕΡΣΙ). Έτσι που έχει γίνει το σκηνικό της καθημερινότητας όλων μας, το να διαβάσει κάποιος ένα βιβλίο, φαντάζει τρομερά δύσκολο. Δεν είναι όμως χρονοβόρο επιτρέψτε μου να πω. Προσωπικά φέτος ήταν μία μέτρια αναγνωστική χρονιά, φυσικά είδα πολύ λίγες ταινίες (οι μισές ήταν με υπερήρωες), σειρές μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, άκουσα πάρα πολυ μουσική (κάντε συνδρομή στο spotify και στο γιουτουμπ να βρείτε την υγειά σας), αλλά το έχω ξαναπεί, δεν έκανα ΒΗΜΑ χωρίς ένα βιβλίο στην τσάντα μου, στο αεροπλάνο (όχι μου, γενικά στο αεροπλάνο), δίπλα στο μαξιλάρι μου. Δέκα λεπτά; Δέκα λεπτά. Μία ώρα; Μία ώρα.
Δεν υπάρχει λίγο, δεν υπάρχει πολύ. 50 σελιδούλες τη φορά είναι αρκετές (κατέβασα τον αριθμό των σελίδων, προπέρσι είχα γράψει για 100 αλλά τελικά δε χρειάζεται τόσες πολλές).
Υγεία σε όλους.
Και του χρόνου πάλι καλά να είμαστε, τα ξαναλέμε.